Η ανάρτηση αυτή φαινομενικά ξεφεύγει από τον χαρακτήρα των προηγούμενων, αφού αφορά έναν επιστημονικό χώρο ο οποίος έχει πολύ καλά περιφράξει τα όριά του, οδηγώντας τον αναγνώστη στην λανθασμένη βεβαιότητα ότι η πρόσβαση σε αυτόν είναι απαγορευτική.
Πρόκειται για τον χώρο της Ιστορίας, επιστήμης με έκδηλα ελιτίστικα στεγανά. Διάφοροι ιστορικοί (και μη) εκφράζουν διάφορες απόψεις για το αντικείμενο της Ιστορίας, θεωρώντας το άλλοι τέχνη και άλλοι αφήγηση "ενός παρελθόντος" ή "μιας εξέλιξης", εκφράζοντας παράλληλα και διαφορετικές απόψεις για την δυνατότητα της ιστορίας να είναι αντικειμενική. Οι συγκεκριμένες τοποθετήσεις, δεν αποτελούν τίποτε παραπάνω από χρήσεις της Ιστορίας, άλλοτε στα πλαίσια μιας παγκοσμιοποιημένης Ιστορίας είτε/και άλλοτε στα πλαίσια των εθνικών Ιστοριών.
Πρόκειται για τον χώρο της Ιστορίας, επιστήμης με έκδηλα ελιτίστικα στεγανά. Διάφοροι ιστορικοί (και μη) εκφράζουν διάφορες απόψεις για το αντικείμενο της Ιστορίας, θεωρώντας το άλλοι τέχνη και άλλοι αφήγηση "ενός παρελθόντος" ή "μιας εξέλιξης", εκφράζοντας παράλληλα και διαφορετικές απόψεις για την δυνατότητα της ιστορίας να είναι αντικειμενική. Οι συγκεκριμένες τοποθετήσεις, δεν αποτελούν τίποτε παραπάνω από χρήσεις της Ιστορίας, άλλοτε στα πλαίσια μιας παγκοσμιοποιημένης Ιστορίας είτε/και άλλοτε στα πλαίσια των εθνικών Ιστοριών.
Μη πιστεύοντας σε τέτοιου είδους δογματικές κατηγοριοποιήσεις, εισάγουμε με την ανάρτηση αυτή μια νέα στήλη, η οποία ευελπιστούμε ότι με τον χρόνο θα συνθέσει τις αντιθέσεις, αποδεικνύοντας τη διαλεκτική σχέση φυσικού και ιστορικού γίγνεσθαι. Επιπλέον θα σκιαγραφήσει (στα πλαίσια των δυνατοτήτων της υποφαινόμενης) πλευρές της ιστορίας μιας περιοχής που βρίσκεται τόσο κοντά μας, αλλά, την ίδια στιγμή, τόσο μακρυά, αφού πλέον μόνο καθοδηγούμενοι ασχολούμαστε με τις ιστορικές διαδικασίες που συντελέστηκαν τόσο στον "δικό μας" χώρο όσο και στων "άλλων".
To άρθρο που αναδημοσιεύουμε εδώ, δημοσιεύτηκε στα πρακτικά του 7ου παγκόσμιου ιστορικού συνεδρίου της Νις (3-5 Ιουνίου 2008, πόλη Νις, Σερβία) και μας μεταφέρει στις αρχές του Βαλκανικού μεσαίωνα, πιο συγκεκριμένα στην περίοδο ανάμεσα στον 3ο και 6ο αιώνα μ.Χ. Την εποχή αυτή μεταφέρεται η πρωτεύουσα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας στην πόλη Βυζάντιο, οπότε και ξεκινά η διαδικασία εξέλιξης του ανατολικού κομματιού της αυτοκρατορίας σε μια ξεχωριστή πολιτική και πολιτιστική μονάδα. Σημαντικός παράγοντας για την ισχυροποίηση της εξουσίας υπήρξε ο εκχριστιανισμός της ευρύτερης γεωγραφικής περιοχής των Βαλκανίων, με κέντρο τη νέα πρωτεύουσα.
Οι γνώσεις μας για τις σχετικές ρωμαϊκές πολιτικές της περιόδου υπολείπονται σημαντικών στοιχείων για την κοινωνια της εποχής. Χωρίς αυτά, η εικόνα της κοινωνικο-πολιτικής συγκυρίας στον συγκεκριμένο χώρο δεν πρόκειται να αποτυπωθεί ποτέ ολοκληρωμένα.
Πιο συγκεκριμένα λοιπόν, το άρθρο που αναδημοσιεύουμε επιχειρεί να εμβαθύνει στα χαρακτηριστικά του φαινομένου του εκχριστιανισμού, όχι οριοθετημένα από πράξεις αυτοκρατορικές, αλλά στην μικροκλίμακά τους, στους τρόπους ή/και τα μέσα εφαρμογής δηλ. των πολιτικών των αυτοκρατόρων στους διαφόρους πληθυσμούς της βαλκανικής χερσονήσου. Για τον λόγο αυτό, το άρθρο ασχολείται με τους πρώτους μάρτυρες που εμφανίζονται στη Βαλκανική στην εποχή που προαναφέραμε (3ος- 6ος αι. μ.Χ.). Ιδωμένοι ως αποτέλεσμα της αδυναμίας γρήγορης διάδοσης του χριστιανισμού εξαιτίας της πολιτικής, πολιτειακής και στρατιωτικής κρίσης σε συνδυασμό με την εμφάνιση νέων "προσφυγικών" φύλων στο εσωτερικό της αυτοκρατορίας αλλά και νέων κατηγοριών γαιοκτημόνων ή ελεύθερων αγροτικών πληθυσμών που αλληλεπιδρούν με τις κρατικές δομές εγγείου ιδιοκτησίας, οι μάρτυρες αυτοί όχι μόνο ξεφεύγουν από το στενό θρησκευτικό πλαίσιο αλλά, επιπλέον, μας βοηθούν να "ξαναδούμε" το πλαίσιο αυτό χωρίς ιδεολογικούς αναχρονισμούς σε αντιπαραβολή με όλα τα προηγούμενα, τοποθετώντας το σε μια πιο "ρεαλιστική" βάση για την περίοδο που εξετάζουμε, δίπλα δηλ. στις πολιτικές αποφάσεις και απέναντι από τις ποικίλες κοινωνικές ομάδες.
Οι μάρτυρες της περιόδου αυτής θα αντιπαρατεθούν έτσι με το ιδανικό μοντέλο πολίτη της κλασικής αρχαιότητας και θα δημιουργήσουν ένα νέο μοντέλο, στηριγμένο στη σωτηρία μέσα από την εθελοντική και συνεχή αγνότητα. Αφού εξυπηρετήσουν τον ρόλο τους ως αντι-ήρωες των φτωχών και όλων όσων δεν είχαν να κερδίσουν κάτι από την αστική παγανιστική κουλτούρα, θα ενισχύσουν με την αγιότητα του σκηνώματός τους τη σπουδαιότητα παλαιότερων εμπορικών κέντρων στη νέα διοικητική διαίρεση της επικράτειας και στη συνέχεια θα ξεχαστούν ή καλύτερα θα παραγκωνιστούν γρήγορα, γιατί οι συνθήκες που θα προκύψουν, θα μπορέσουν να παράξουν ένα νέο, ιδεολογικά αποτελεσματικότερο σώμα μαρτύρων. Ο τύπος λατρείας που όμως έχει ήδη δημιουργηθεί για αυτούς, θα αποτελέσει στο εξής συνήθη τόπο για την εκκλησία, η οποία, μέσω αυτού θα εξασφαλίσει στο εξής τον ρόλο του συνεκτικού ιδεολογικού μηχανισμού ανάμεσα στον ετερόκλητο πληθυσμό, στο νέο διοικητικό, στρατιωτικό, κοινωνικο-οικονομικό και δημογραφικό πλαίσιο του νέου τμήματος της αυτοκρατορίας. Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο, εδώ.
Οι γνώσεις μας για τις σχετικές ρωμαϊκές πολιτικές της περιόδου υπολείπονται σημαντικών στοιχείων για την κοινωνια της εποχής. Χωρίς αυτά, η εικόνα της κοινωνικο-πολιτικής συγκυρίας στον συγκεκριμένο χώρο δεν πρόκειται να αποτυπωθεί ποτέ ολοκληρωμένα.
Πιο συγκεκριμένα λοιπόν, το άρθρο που αναδημοσιεύουμε επιχειρεί να εμβαθύνει στα χαρακτηριστικά του φαινομένου του εκχριστιανισμού, όχι οριοθετημένα από πράξεις αυτοκρατορικές, αλλά στην μικροκλίμακά τους, στους τρόπους ή/και τα μέσα εφαρμογής δηλ. των πολιτικών των αυτοκρατόρων στους διαφόρους πληθυσμούς της βαλκανικής χερσονήσου. Για τον λόγο αυτό, το άρθρο ασχολείται με τους πρώτους μάρτυρες που εμφανίζονται στη Βαλκανική στην εποχή που προαναφέραμε (3ος- 6ος αι. μ.Χ.). Ιδωμένοι ως αποτέλεσμα της αδυναμίας γρήγορης διάδοσης του χριστιανισμού εξαιτίας της πολιτικής, πολιτειακής και στρατιωτικής κρίσης σε συνδυασμό με την εμφάνιση νέων "προσφυγικών" φύλων στο εσωτερικό της αυτοκρατορίας αλλά και νέων κατηγοριών γαιοκτημόνων ή ελεύθερων αγροτικών πληθυσμών που αλληλεπιδρούν με τις κρατικές δομές εγγείου ιδιοκτησίας, οι μάρτυρες αυτοί όχι μόνο ξεφεύγουν από το στενό θρησκευτικό πλαίσιο αλλά, επιπλέον, μας βοηθούν να "ξαναδούμε" το πλαίσιο αυτό χωρίς ιδεολογικούς αναχρονισμούς σε αντιπαραβολή με όλα τα προηγούμενα, τοποθετώντας το σε μια πιο "ρεαλιστική" βάση για την περίοδο που εξετάζουμε, δίπλα δηλ. στις πολιτικές αποφάσεις και απέναντι από τις ποικίλες κοινωνικές ομάδες.
Οι μάρτυρες της περιόδου αυτής θα αντιπαρατεθούν έτσι με το ιδανικό μοντέλο πολίτη της κλασικής αρχαιότητας και θα δημιουργήσουν ένα νέο μοντέλο, στηριγμένο στη σωτηρία μέσα από την εθελοντική και συνεχή αγνότητα. Αφού εξυπηρετήσουν τον ρόλο τους ως αντι-ήρωες των φτωχών και όλων όσων δεν είχαν να κερδίσουν κάτι από την αστική παγανιστική κουλτούρα, θα ενισχύσουν με την αγιότητα του σκηνώματός τους τη σπουδαιότητα παλαιότερων εμπορικών κέντρων στη νέα διοικητική διαίρεση της επικράτειας και στη συνέχεια θα ξεχαστούν ή καλύτερα θα παραγκωνιστούν γρήγορα, γιατί οι συνθήκες που θα προκύψουν, θα μπορέσουν να παράξουν ένα νέο, ιδεολογικά αποτελεσματικότερο σώμα μαρτύρων. Ο τύπος λατρείας που όμως έχει ήδη δημιουργηθεί για αυτούς, θα αποτελέσει στο εξής συνήθη τόπο για την εκκλησία, η οποία, μέσω αυτού θα εξασφαλίσει στο εξής τον ρόλο του συνεκτικού ιδεολογικού μηχανισμού ανάμεσα στον ετερόκλητο πληθυσμό, στο νέο διοικητικό, στρατιωτικό, κοινωνικο-οικονομικό και δημογραφικό πλαίσιο του νέου τμήματος της αυτοκρατορίας. Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο, εδώ.
No comments:
Post a Comment